Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα
- Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα
Όποιος έχει παπούτσια, χτυπάει τα τακούνια
– Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα
• У кого деньги, тот и заказывает музыку
Источник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008
Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки).
2012.
Смотреть что такое "Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα" в других словарях:
γρόσι — το 1. νόμισμα τής Τουρκίας και τής Αιγύπτου που ισοδυναμεί με το 1 / 100 τής τουρκικής ή αιγυπτιακής λίρας και με 40 παράδες 2. πληθ. τα γρόσ(ι) α χρήματα 3. φρ. α) «έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα» μόνο ο πλούσιος μπορεί να μιλάει ελεύθερα β) «κάθε… … Dictionary of Greek
γρόσι — το (λ. ιταλ.) 1. παλιό τουρκικό νόμισμα. 2. χρήματα: Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα (παροιμ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)